Σάββατο 1 Απριλίου 2017

«Άγκαθα Κρίστι, η “βασίλισσα του εγκλήματος”» του Φίλιππου Φιλίππου

Η περσινή χρόνια, το 2016, ήταν η επέτειος για τα 40 χρόνια από τον θάνατο της Άγκαθα Κρίστι, της «βασίλισσας του εγκλήματος». H σημαντική συγγραφέας που έγινε διάσημη από τα μυθιστορήματά της με ήρωα τον περίφημο ιδιωτικό ντετέκτιβ Ηρακλή Πουαρό, αλλά και την ερασιτέχνιδα ντετέκτιβ Μις Μαρπλ, γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 1890 στο Τόρκι του Ντέβον ως Άγκαθα Μαίρη Κλαρίσα Μίλερ και πέθανε στις 12 Ιανουαρίου 1976 στο Ουίντερμπροκ.
Όπως διαβάζουμε στην αυτοβιογραφία της που εκδόθηκε το 1977 (το 2002 κυκλοφόρησε στην ελληνική γλώσσα σε μετάφραση της Χίλντας Παπαδημητρίου, εκδόσεις Λυχνάρι), «Μία από τις μεγαλύτερες καλοτυχίες της ζωής είναι να ζήσεις ευτυχισμένα παιδικά χρόνια. Εγώ είχα μια πολύ ευτυχισμένη παιδική ηλικία». Μεγάλωσε μ’ έναν συμπαθητικό πατέρα, που επειδή είχε εισοδήματα δεν εργαζόταν, αλλά πήγαινε στη λέσχη να παίξει ουίστ και κρίκετ. Ήταν, γράφει, καλοσυνάτος, γενναιόδωρος και εκ φύσεως ευτυχής και γαλήνιος. Η μητέρα της ήταν αινιγματική και σαγηνευτική. Στο σπίτι είχε μια νταντά, πήγαιναν μαζί στον κήπο τους για να παίξουν και στα γύρω λιβάδια για να μαζέψουν άγρια λουλούδια, ενώ κάθε Κυριακή σύχναζε στην εκκλησία όπου απολάμβανε τις λειτουργίες. Στη μετέπειτα ζωή της, έπαιξαν μεγάλο ρόλο τα παραμύθια – της χάριζαν βιβλία με παραμύθια. Ιδιαίτερα, της άρεσαν εκείνα που είχαν τρομακτικές ιστορίες. Αναρωτιέται: «Γιατί μου άρεσε να τρομάζω; Ποια ενστικτώδη ανάγκη ικανοποιεί ο τρόμος; Γιατί αρέσουν στα παιδιά τα παραμύθια με αρκούδες, λύκους, και μάγισσες;».
Ως παιδί έζησε με ανέσεις, σε ησυχία και ασφάλεια. Έκανε ταξίδια στο εξωτερικό με τους γονείς της και πήρε μαθήματα μουσικής κατ’ οίκον από μια Γερμανίδα. Και, ξαφνικά, στα έντεκά της πέθανε ο πατέρας της από κρυολόγημα που εξελίχτηκε σε πνευμονία. Η μικρή Άγκαθα βγήκε απότομα από τον κόσμο της παιδικής ηλικίας και μπήκε στον κόσμο της πραγματικότητας, όπου όποιος δεν αγωνίζεται χάνεται. Τότε, αντιμετώπισε την ανέχεια κι αυτό ήταν αρκετά οδυνηρό. Την ίδια εποχή, η αδελφή της η Ματζ που είχε παντρευτεί και απέκτησε παιδί, έγραφε παιδικές ιστορίες, τις οποίες μοιραζόταν με την Άγκαθα, η οποία ζήλεψε και άρχισε να γράφει ποιήματα. Ωστόσο, όπως εξομολογείται, δεν την ενδιέφερε η λογοτεχνική σταδιοδρομία αλλά κάτι πιο πεζό και ρεαλιστικό: ένας ευτυχισμένος γάμος.
Μεγάλωσε διαβάζοντας βιβλία. Άρχισε από τα ιπποτικά έργα του Ουόλτερ Σκοτ και συνέχισε με Ντίκενς, προτιμούσε τον Ζοφερό οίκο, με την αστυνομική πλοκή και τις ανατροπές. Επίσης, διάβαζε Αλέξανδρο Δουμά και μάλιστα στα γαλλικά, οι περιπέτειες την ενθουσίαζαν. Ωστόσο, φιλοδοξούσε να κάνει καριέρα στη μουσική, ήδη έγραψε (στο μυαλό της) μια οπερέτα, την οποία τραγουδούσε στον κήπο της. Καμιά φορά σκεφτόταν πως αν είχε τη δυνατότητα να σπουδάσει θα ασχολιόταν αποκλειστικά με τα μαθηματικά, τη μεγάλη της αγάπη. Όμως, σημειώνει, θα είχε γίνει μια μέτρια μαθηματικός και όχι η σημαντική συγγραφέας που έγινε. Τότε, η μητέρα της την πήγε στο Παρίσι, όπου συναναστράφηκε κόσμο και απέκτησε αυτοπεποίθηση. Ήταν μια όμορφη κοπέλα, λέει η ίδια, αλλά δεν είχε ιδέα από έρωτες και σεξ. Της άρεσαν όμως οι κάθε είδους περιπέτειες, έτσι το 1911 μπήκε σε ένα αεροπλάνο ως επιβάτης – ήταν μια δοκιμαστική πτήση.
Ώσπου μια μέρα που ανέρρωνε από γρίπη, η μητέρα της την παρότρυνε να γράψει μια ιστορία για να καταπολεμήσει την πλήξη της. Ε, ύστερα από αυτό, έγραψε κι άλλες ιστορίες στη γραφομηχανή. Αργότερα, άρχισε να διαβάζει με την αδελφή της αστυνομικά μυθιστορήματα κι έπεσε πάνω στο Μυστήριο του κίτρινουδωματίου του Γκαστόν Λερού, που τη γοήτευσε με τα μυστήρια της πλοκής. Έχοντας διαβάσει πιο παλιά και ιστορίες του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ με τον Σέρλοκ Χολμς, αποφάσισε να γράψει δικές της ιστορίες μυστηρίου: ο σπόρος είχε πέσει, τώρα έπρεπε να βγάλει καρπούς.
Το 1914 παντρεύτηκε έναν νεαρό υπαξιωματικό, τον Άρτσιμπαλντ Κρίστι, ο οποίος πιλοτάριζε αεροπλάνα. Μόλις άρχισε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, κι ενώ ο σύζυγός της υπηρετούσε εδώ κι εκεί, πήγε να εργαστεί εθελοντικά σε νοσοκομείο. Όταν βρέθηκε μπροστά σε μια εγχείρηση κόντεψε να λιποθυμήσει στη θέα του αίματος – αυτή η γυναίκα που έγραψε στη συνέχεια για αναρίθμητους φόνους, για αίματα και θανάτους. Στο νοσοκομείο έμαθε για τα δηλητήρια, έφτιαχνε η ίδια αλοιφές. Η ιδέα για την πρώτη αστυνομική ιστορία τής ήρθε εύκολα, το μόνο που χρειαζόταν ήταν έναν ήρωα, έναν ντετέκτιβ που δεν θα έμοιαζε με τον Σέρλοκ Χολμς, ούτε με τον Αρσέν Λουπέν ή τον δημοσιογράφο Ρουλεταμπίγ. Κι έτσι δημιούργησε τον Πουαρό, έναν κοντό κι ευφυή Βέλγο με μεγαλοπρεπές όνομα: Ηρακλής. Έγραψε το πρώτο της μυθιστόρημα, το Η μυστηριώδης υπόθεση στο Στάιλς και το έστειλε σ’ έναν εκδότη. Μετά το ξέχασε. Ύστερα από δύο χρόνια, την κάλεσαν να υπογράψει συμβόλαιο. Το 1920 το βιβλίο εκδόθηκε στην Αμερική και το 1921 στην Αγγλία, το όνομα στο εξώφυλλο ήταν Άγκαθα Κρίστι, με αυτό έγινε διάσημη κι ας χώρισε με τον Άρτσιμπαλντ το 1928 – αφού το 1919 απέκτησαν την κόρη τους την Ρόζαλιντ Μάργκαρετ Κλαρίσα (πέθανε το 2004).
Ποτέ μέχρι τότε δεν πίστεψε πως ήταν επαγγελματίας, έγραφε για διασκέδαση, όπως άλλωστε συμβαίνει με τους περισσότερους συγγραφείς ανά τον κόσμο, όλων των εποχών. Η επιτυχία όμως ήρθε γρήγορα, το βιβλίο πούλησε πάνω από 2.000 αντίτυπα, οπότε άρχισε να γράφει το επόμενο μυθιστόρημα. «Θα βγάλεις λεφτά!» προφήτεψε ο άντρας της.
Τα επόμενα περιστατικά της ζωής της είναι μάλλον άνευ σημασίας, αν και κάποτε, τον Δεκέμβριο του 1926, εξαφανίστηκε και χάθηκαν τα ίχνη της επί μέρες, όταν ο σύζυγός της έφυγε με άλλη γυναίκα (το μυστήριο δεν έχει εξιχνιαστεί). Παντρεύτηκε τον αρχαιολόγο Μαξ Μαλόουαν και άρχισε να ταξιδεύει στη Μέση Ανατολή, ήρθε και στην Ελλάδα, επισκέφτηκε την Αθήνα. Έγραψε διηγήματα, μυθιστορήματα και θεατρικά έργα, η Ποντικοπαγίδα της έκανε ρεκόρ παραστάσεων στο Λονδίνο. Το 1971 της απονεμήθηκε από τη Βασιλική Αυλή της Βρετανίας ο τίτλος της «Dame» για την προσφορά της στη λογοτεχνία (λαίδη έγινε από τον σύζυγό της). Το 1975 εκδόθηκε το μυθιστόρημά της Αυλαία, όπου σκοτώνει τον Πουαρό, και το 1976 κυκλοφόρησε το Sleepingmurder, όπου σκοτώνει και τη Μις Μαρπλ.
Σίγουρα, η Άγκαθα Κρίστι είναι συγγραφικό φαινόμενο. Τα βιβλία της έχουν πουλήσει πάνω από 2 δις αντίτυπα (το πιο ευπώλητο είναι το Δέκα μικροί νέγροι), βρίσκεται πίσω μόνο από τον Σαίξπηρ και τη Βίβλο, κι έχει μεταφραστεί σε 103 γλώσσες.
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr
Κατηγορία: ΑΡΘΡΑ
κείμενο: Φίλιππος Φιλίππου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου