Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Πίτερ Χάρισον: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη

Ο Πίτερ Χάρισον είναι Καθηγητής στην Έδρα Επιστήμης και Θρησκείας «Andreas Idreos» στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Είναι ο συγγραφέας των βιβλίων Religion and the religions in the English Enlightenment [Η θρησκεία και οι θρησκείες στον Αγγλικό Διαφωτισμό] και The Bible, Protestantism, and the Rise of Natural Science [Η Βίβλος, ο προτεσταντισμός και η εμφάνιση της φυσικής επιστήμης]. Το βιβλίο του Η Πτώση και η ανάδυση της επιστήμης κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροπή.
Πώς θα εξηγούσατε την εξέλιξη της επιστήμης; Αναπτύχθηκε η επιστήμη από την ανάγκη να εξερευνηθούν ορισμένα φαινόμενα; Ποιοι είναι οι άλλοι πολιτιστικοί λόγοι που συνέβαλαν στη γέννηση της επιστήμης;
Οι ιστορικοί παραδοσιακά θεωρούν ότι η δυτική επιστήμη ξεκινάει με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους του 6ου και του 5ου αιώνα π.Χ. Αλλά αυτό που είναι ενδιαφέρον με την επιστήμη της αρχαίας Ελλάδας έγκειται στον τρόπο με τον οποίο ενσωματώθηκε σε ένα ευρύτερο φιλοσοφικό πλαίσιο. Οι κεντρικές μορφές ονομάζονταν φυσιολόγοι, δηλαδή φιλόσοφοι που μελετούσαν φυσικά φαινόμενα. Όσο για το πώς ξεκίνησε αυτή η δραστηριότητα, ο Αριστοτέλης, όπως είναι γνωστό, σχολιάζει στις εισαγωγικές γραμμές στο έργο τουΜετά τα Φυσικά ότι «η απορία είναι η αρχή της φιλοσοφίας». Έτσι, θα λέγαμε ότι η παρόρμηση του ανθρώπου να αναρωτιέται για τα πράγματα είναι αυτό που τα ξεκίνησε όλα.
Ένα άλλο ορόσημο όταν σκεφτόμαστε την επιστήμη είναι η επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα. Αυτή είναι η περίοδος που παρατηρείται μια αποφασιστική απόσπαση της επιστήμης από τη φιλοσοφία, και συγκεκριμένα από την αριστοτέλεια φιλοσοφία, η οποία ήταν κεντρική για την κατανόηση της φύσης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίοδο υπάρχει η αντικατάσταση της φυσικής του Αριστοτέλη με αυτή του Νεύτωνα, μαζί με μια απομάκρυνση από τις ελληνικές παραδόσεις και τη φυσική ιστορία. Τότε είναι, επίσης, εν μέρει λόγω της απομάκρυνσής της από τη φιλοσοφία, που η επιστήμη άρχισε να γίνεται πιο χρηστική, να αποκεντρώνεται από ερωτήματα που έχουν να κάνουν με το πώς πρέπει να περνάει κανείς τη ζωή του και να αλλάζει την κατεύθυνσή της προς τη δημιουργία χρήσιμων τεχνολογικών επιτευγμάτων.
Σύμφωνα με την προσωπική μου έρευνα, μια σημαντική συνεισφορά σε αυτή την επανάσταση ήρθε και από θρησκευτικούς παράγοντες, πολλοί από τους οποίους σχετίζονταν με την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση του 16ου αιώνα. Όσον αφορά την Αναγέννηση, η Μεταρρύθμιση προώθησε έναν επαναπροσδιορισμό όλων των ειδών γνώσης και των θεμελίων τους. Αλλά μέρος του επιχειρήματός μου είναι ότι δεν χρειάζεται να αναρωτηθούμε μόνο για την προέλευση της γνώσης αλλά και για τη διάρκειά της στον χρόνο. Αυτό που βλέπουμε σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας και σε διαφορετικούς πολιτισμούς είναι ότι η επιστήμη κάνει μια αρχή, αλλά αποτυγχάνει να αφομοιωθεί και να γίνει κεντρικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού. Βλέπουμε αυτή την απότομη έκρηξη στην αρχαία Ελλάδα, στην Κίνα και στο μεσαιωνικό ισλάμ. Το εξαιρετικό, ωστόσο, στην επιστήμη της Δύσης από τον 17ο αιώνα και έπειτα είναι ότι έγινε σταδιακά μόνιμο και κεντρικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού. Ένας παράγοντας σε αυτό το μοναδικό σχέδιο αφομοίωσης είναι οι θρησκευτικες αξίες, που για πρώτη φορά υποστήριξαν την άσκηση αυτής της νέας επιστήμης και της έδωσαν κοινωνική νομιμότητα.
Ο χριστιανισμός, σε έναν συγκεκριμένο βαθμό, επικράτησε στις αρχαίες θρησκείες, αλλά πώς αντιμετώπισε τις μετέπειτα επιστημονικές μεθόδους/επιτεύγματα στις περιοχές όπου κυριάρχησε;
Επειδή η αρχαία «επιστήμη» ενσωματώθηκε σε ευρύτερα φιλοσοφικά πλαίσια, η ερώτηση αυτή μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή μέσα από το πρίσμα της αντιμετώπισης που επιφύλαξε ο χριστιανισμός για την αρχαία φιλοσοφία. Οι περισσότεροι ελληνόφωνοι συγγραφείς της πρωτοχριστιανικής περιόδου διέκειντο ευνοϊκά απέναντι στην ελληνική φιλοσοφία και τη θεωρούσαν προετοιμασία για τον χριστιανισμό. Θεωρούσαν επίσης τον χριστιανισμό την πραγματική φιλοσοφία και, επομένως, τον σωστό τρόπο για να επιτύχει κανείς τους στόχους που οι φιλοσοφικές σχολές μοχθούσαν να κατακτήσουν. Από την άλλη, οι χριστιανοί στοχαστές της λατινικής Δύσης ήταν πιο αρνητικοί ως προς την αξία της αρχαίας φιλοσοφίας. Αλλά, γενικότερα, τα επιστημονικά επιτεύγματα των αρχαίων αναγνωρίστηκαν και θεωρήθηκαν σημαντικά για την κατανόηση τόσο της φύσης όσο και της Βίβλου (των δύο «βιβλίων» του Θεού).
Πιστεύετε ότι οι σχέσεις επιστήμης και θρησκείας χαρακτηρίζονται από σύγκρουση ή από συμπληρωματικότητα;
Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχουν σημεία σύγκρουσης, ακόμα και σήμερα. Αλλά αυτά τείνουν να περιορίζονται σε κύκλους θρησκευτικών φονταμενταλιστών που αντιτίθενται στη θεωρία της εξέλιξης. Ενώ οι θρησκευτικοί αντίπαλοι της εξέλιξης φωνασκούν ιδιαίτερα ως προς το θέμα αυτό, δεν είναι ενάντια στην επιστήμη αυτή καθαυτήν παρά μόνο όσον αφορά στο συγκεκριμένο ζήτημα. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αποτελέσουν εκπροσώπους της θρησκείας γενικότερα, γιατί το κύριο ρεύμα των θρησκευτικών ομάδων διάκειται ευνοϊκά απέναντι στην επιστήμη. Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για το παρελθόν. Συχνά θεωρείται ότι η καταδίκη του Γαλιλαίου από την Καθολική Εκκλησία είναι αντιπροσωπευτική ενός γενικότερου σχεδίου αντίστασης στην επιστήμη. Αλλά στην πραγματικότητα η υπόθεση του Γαλιλαίου αποτελεί μια ιστορική εξαίρεση, καθώς η Καθολική Εκκλησία ήταν από τους πιο εξέχοντες χορηγούς αστρονομικών και άλλων ερευνών για πολλούς αιώνες. Σε κάθε περίπτωση, η υπόθεση του Γαλιλαίου είχε την ίδια σημασία για τη σχετική επιστήμη όπως και για τη θρησκεία, καθώς δεν υπήρχε τότε σημαντικός όγκος επιστημονικών αποδείξεων ενάντια στην κίνηση της Γης.
Η έκδοση του βιβλίου Η καταγωγή των ειδών του Κάρολου Δαρβίνου υποτίθεται ότι είναι άλλο ένα σημείο ανάφλεξης στις σχέσεις της επιστήμης με τη θρησκεία. Σίγουρα ο δαρβινισμός γέννησε προβλήματα για την παραδοσιακή θρησκευτική πίστη. Αλλά συχνά λησμονείται το γεγονός ότι από την αρχή ο Δαρβίνος είχε έναν σημαντικό αριθμό θρησκευόμενων υποστηρικτών. 
Έτσι, ιστορικά οι σχέσεις επιστήμης και θρησκείας ήταν γενικά ειρηνικές. Η ιδέα μιας διηνεκούς σύγκρουσης μεταξύ επιστήμης και θρησκείας ήταν επινόηση των στοχαστών του 19ου αιώνα, αλλά οι σύγχρονοι ιστορικοί της επιστήμης τη θεωρούν πια μύθο.
Πώς υποδέχτηκαν το βιβλίο σας Η Πτώση και η ανάδυση της επιστήμης οι ειδικοί αλλά και το αναγνωστικό κοινό που ενδιαφέρεται για τη σχέση της επιστήμης με τη θρησκεία;
Η Πτώση και η ανάδυση της επιστήμης Peter Harrison Μετάφραση: Τάκης Κωνσταντίνος Ροπή
Η Πτώση και η ανάδυση της επιστήμης
Peter Harrison
Μετάφραση: Τάκης Κωνσταντίνος
Ροπή
416 σελ.
ISBN 978-618-82009-9-9
Τιμή: €23,32
Γενικά το βιβλίο είχε θετική ανταπόκριση από το κοινό. Οι περισσότεροι σχολιαστές αναγνώρισαν το γεγονός ότι έστρεψε την προσοχή σε έναν σημαντικό παράγοντα στην ανάδυση της επιστήμης που είχε παραβλεφθεί. Ένας αριθμός κριτικών έθεσαν το ερώτημα του κατά πόσο έχει ευρύτερη ισχύ η γενική θέση του βιβλίου. Πολλά από τα βασικά παραδείγματα αντλούνται από τις εξελίξεις που σημειώθηκαν στην Αγγλία τον 17ο αιώνα, κυρίως διότι η ειδίκευσή μου επικεντρώνεται (αλλά όχι αποκλειστικά) στον χώρο της πρώιμης αγγλικής σκέψης. Έτσι, θεωρώ ότι υπάρχει περιθώριο για επιπρόσθετη έρευνα ώστε να ελεγχθεί αν η γενική θέση του βιβλίου μπορεί να επαληθευτεί και σε άλλα εθνικά πλαίσια. Όμως, κατά την περίοδο που καλύπτεται από το βιβλίο, η Αγγλία ήταν το κέντρο μιας ασυνήθιστα έντονης επιστημονικής δραστηριότητας και, με αυτή την έννοια, ήταν και το προφανές σημείο που έπρεπε να κοιτάξει κανείς. Επιπλέον, η ιδέα μιας «πειραματικής φιλοσοφίας» που αναπτύχθηκε στην Αγγλία, μαζί με τις θρησκευτικές αιτιολογήσεις γι’ αυτή την προσέγγιση, ήταν ζωτικής σημασίας για την ενοποίηση της επιστήμης, η οποία, όπως το έθεσα και προηγουμένως, υπήρξε το κλειδί για την αποκατάσταση της επιστήμης ως κεντρικού και μόνιμου χαρακτηριστικού του δυτικού πολιτισμού.
Το πόνημα αυτό είναι αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης έρευνας. Ποιες ήταν οι προκλήσεις και οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στο στήσιμο αυτού του βιβλίου;
Μία δυσκολία την οποία βίωσα με κάποια βιβλία που εξέδωσα έχει να κάνει με το γεγονός ότι ξεπερνούν τα σύγχρονα όρια του εκάστοτε επιστημονικού πεδίου. Στα πανεπιστήμια του σήμερα η ιστορία της φιλοσοφίας, η ιστορία της θρησκείας και η ιστορία της επιστήμης τείνουν να αντιμετωπίζονται ανεξάρτητα η μία από την άλλη. Στο έργο μου προσπαθώ να φέρω αυτούς τους τρεις διαφορετικούς τύπους ιστορίας μαζί. Αυτό είναι απαραίτητο, γιατί στο παρελθόν οι διακρίσεις ανάμεσα στη φιλοσοφία, στη θρησκεία και στην επιστήμη δεν υπήρχαν με τον τρόπο που υπάρχουν σήμερα. Έτσι, η προσπάθεια να απευθυνθεί κανείς σε διαφορετικά ακροατήρια (ιστορικούς φιλοσοφίας, ιστορικούς θρησκείας και ιστορικούς επιστήμης) μπορεί να αποτελέσει μια σημαντική πρόκληση.
Ήδη πολλοί από τους πρώτους πατέρες της Εκκλησίας είχαν παρατηρήσει τις μοναδικές διανοητικές ικανότητες του Αδάμ. Τι σήμαινε για αυτούς η Πτώση του ανθρώπου και πώς την ερμήνευσαν;
Παρατηρείται μια ενδιαφέρουσα λεπτή διαφορά των πατέρων της λατινικής Δύσης σε σχέση με τους Έλληνες σε αυτό το ερώτημα. Ενώ οι Έλληνες αναγνώρισαν την Πτώση, αυτή δεν θεωρήθηκε κοσμική καταστροφή. Ωστόσο στη Δύση, κυρίως λόγω της επιρροής που δέχτηκε η ερμηνεία της από τον Αυγουστίνο, η Πτώση θεωρήθηκε μια τεράστια τραγωδία. Δεν είχε απλώς αποτέλεσμα τον χωρισμό από τον Θεό και την απώλεια των ηθικών αξιών, αλλά είχε και τεράστιες επιπτώσεις για την ανθρώπινη γνώση. 
Σύμφωνα με τη δυτική παράδοση, ο Αδάμ θεωρούνταν ότι είχε μια εγκυκλοπαιδική γνώση του φυσικού κόσμου. Ουσιαστικά κατείχε μια επιστημονική γνώση για ολόκληρη τη φύση. Ως αποτέλεσμα της Πτώσης, ο Αδάμ απώλεσε τόσο αυτή τη γνώση όσο και τις λογικές και αισθητικές ικανότητες που την καθιστούσαν δυνατή.
Η αφήγηση της Πτώσης του ανθρώπου είναι μία από τις πιο δυναμικές αφηγήσεις στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού. Σύμφωνα με την έρευνά σας, πιστεύετε ότι ισχύει αυτό; Μπορείτε να εντοπίσετε τα βασικά σημεία;
Είναι μια δυναμική αφήγηση για κάποιους συγκεκριμένους λόγους. Πρώτον, γιατί μένει σταθερά στο προφανές γεγονός της ανθρώπινης ατέλειας. Δεύτερον, επειδή προσφέρει μια εξήγηση στο γιατί ο φυσικός κόσμος εμπεριέχει τα βάσανα και τον θάνατο. Το τρίτο και πιο αισιόδοξο είναι ότι η αφήγηση της Πτώσης δίνει την ελπίδα για κάτι καλύτερο, την υπόσχεση για λύτρωση και επιστροφή στην τελειότητα που κάποτε απολαμβάναμε στην παραδείσια κατάσταση. Σε κάποιες κοσμικές εκδοχές της αφήγησης, αυτή η λύτρωση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσω της ανθρώπινης προσπάθειας και, ειδικότερα, μέσω της επιστήμης και της τεχνολογίας. Οι πρωτοπόροι της επιστήμης όπως ο Φράνσις Μπέικον ήταν αρκετά σαφείς σχετικά με τη χρήση της επιστήμης ως μέσου επανάκτησης της ανθρώπινης κυριαρχίας πάνω στη φύση, κυριαρχίας που είχε χαθεί ως συνέπεια της ανθρώπινης Πτώσης. Με αυτό τον τρόπο, η επιστήμη έλαβε ένα είδος θρησκευτικής νομιμοποίησης. Τώρα, φυσικά, αυτά τα αυθεντικά θρησκευτικά κίνητρα έχουν λησμονηθεί εντελώς.
Πώς συνδέονται οι επιστημολoγικές συζητήσεις σχετικά με την ικανότητά μας να μαθαίνουμε και να καταλαβαίνουμε τον κόσμο με τις προόδους και τη μεθοδολογία των φυσικών επιστημών;
Πιστεύω ότι υπάρχει σημαντικό χάσμα μεταξύ των επίσημων συζητήσεων της επιστημολογίας που λαμβάνουν χώρα στη φιλοσοφία και της πραγματικής άσκησης της επιστήμης. Ενώ οι φιλόσοφοι έχουν θεωρητικοποιήσει το πώς πρέπει να δουλεύει η επιστήμη, όταν εξετάζουμε στενά την άσκηση της επιστήμης συναντάμε μια μεγάλη ποικιλία μεθόδων. Στην ουσία οι επιστήμονες υιοθετούν μεθόδους που λειτουργούν για τους εκάστοτε σκοπούς τους. Όμως πολλοί επιστήμονες πιστεύουν ότι υπάρχει μία μοναδική επιστημονική μέθοδος και ότι αυτή η μοναδική μέθοδος λίγο πολύ προσαρμόζεται στην ιδέα της «διάψευσης» του Καρλ Πόπερ – ότι δηλαδή η επιστήμη χαρακτηρίζεται από θεωρίες που καταρχήν μπορούν εμπειρικά να διαψευσθούν. Η ιστορία μάς δείχνει ότι η επιστήμη ποτέ δεν δούλεψε έτσι, και πολλά επιτυχημένα βήματα έχουν καταστεί δυνατά με την αποφυγή της ορθόδοξης μεθοδολογίας και με την επιμονή σε θεωρίες που φαίνονταν να έχουν διαψευσθεί.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης στις παραδοσιακές πηγές γνώσης συνεισέφερε στην ανάπτυξη της αυγουστινιανής ανθρωπολογίας;
Πιστεύω ότι περισσότερο συνεισέφερε το γεγονός ότι στην περίοδο της Μεταρρύθμισης υπήρχε η άποψη ότι ο μεσαιωνικός καθολικός χριστιανισμός είχε πάρει λάθος κατεύθυνση, κάτι που εν μέρει οφειλόταν στην αφομοίωση παγανιστικών διδασκαλιών και, κυρίως, του Αριστοτέλη. Έτσι, η απομάκρυνση από τις παραδοσιακές αριστοτελικές πηγές ωθήθηκε εν μέρει από μια προσπάθεια να γίνει η επιστήμη λιγότερο παγανιστική και περισσότερο χριστιανική. Αλλά και ένας άλλος πολύ σημαντικός παράγοντας ήταν τα ταξίδια που έγιναν και οι ανακαλύψεις, που έδειξαν ότι οι αρχαίοι έκαναν λάθος σε πολλούς ισχυρισμούς τους όσον αφορά στη φυσική ιστορία. Αυτοί οι παράγοντες, σε συνδυασμό και με άλλους, οδήγησαν σε έναν σκεπτικισμό για τις παραδοσιακές διδασκαλίες, ο οποίος συμβάδιζε πολύ καλά με τις αυγουστινιανές αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητα του ανθρώπου να διαμορφώνει τη γνώση.
Το βιβλίο σας έχει μεταφραστεί και εκδοθεί στα ελληνικά. Πώς νιώθετε γι’ αυτό; Έχετε κάποιο μήνυμα για τους Έλληνες αναγνώστες;
Είμαι ενθουσιασμένος που το βιβλίο μου είναι τώρα διαθέσιμο στα ελληνικά και το σύντομο μήνυμά μου στους Έλληνες αναγνώστες είναι ότι ελπίζω πραγματικά να το απολαύσετε!
Έχετε επισκεφτεί ποτέ την Ελλάδα;
Η Ελλάδα είναι ένα από τα αγαπημένα μου μέρη. Έχει υπέροχους ανθρώπους, πολλά σημεία εξαιρετικής ομορφιάς και, φυσικά, κεντρική θέση στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού. Πρώτη φορά την επισκέφτηκα στις αρχές της δεκαετίας του ’90, περνώντας αρκετές εβδομάδες οδηγώντας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χώρας, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, στην Κόρινθο, στο Ναύπλιο, στους Δελφούς, στα Μετέωρα και στην Ηγουμενίτσα, και περνώντας επίσης χρόνο και στις Κυκλάδες. Επέστρεψα λίγα χρόνια αργότερα για τον μήνα του μέλιτος και έμεινα στη Σαντορίνη, τη Ρόδο και την Αθήνα. Έχω επισκεφτεί την Αθήνα αρκετές φορές από τότε, και ελπίζω να επιστρέψω σύντομα στην Ελλάδα.
Θερμές ευχαριστίες για τη μετάφραση στον Θοδωρή Ιντζέμπελη.
Βιβλίο & Τέχνες | diastixo.gr
Κατηγορία: ΞΕΝΟΙ
κείμενο: Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου